dicţionar Maghiar-Greac »

ó înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
agyrázkódás

η διάσειση εγκεφάλου

agónia

αγωνία

βάσανο

μαρτύριο

οδύνη

πόνος

aikidó

αϊκίντο

Aiszóposz

Αίσωπος

ajtó

θύρα◼◼◼

πόρτα◼◼◻

πύλη◼◻◻

εξώπορτα

ajtó, kapu, bejárat

θύρα (thýra)

πόρτα (pórta)

ajtókilincs

πόμολο

ajtónyílás

θύρα◼◼◼

άνοιγμα πόρτας

πόρτα

ajtónálló

θυρωρός

πορτιέρης

ajtósarok

μεντεσές

ajándék lónak ne nézd a fogát

του χαρίζανε γάιδαρο και τον κοίταζε στα δόντια

ajánlólevél

συστατική επιστολή

ajóka

γαύρος◼◼◼

αντσούγια

akasztó

κρεμάστρα

akasztófa

αγχόνη

κρεμάλα

akasztófahumor

χιούμορ αγχονών

akceleráció

επιτάχυνση

akció

δράση◼◼◼

πώληση◼◻◻

ενέργεια

πράξη

μετοχή

akciócsoport

ομάδα δράσης◼◼◼

Akherón

Αχέρων

akklimatizáció

εγκλιματισμός◼◼◼

akklimatizálódás

εγκλιματισμός◼◼◼

akkreditáció

διαπίστευση◼◼◼

6789

Istoricul cautarilor