Greacă | Maghiară |
---|---|
λογική | logika◼◼◼ logikai◼◼◻ logikus◼◼◻ indokol◼◼◻ indok◼◻◻ ok◼◻◻ értelem◼◻◻ érvel◼◻◻ következtet◼◻◻ |
Λογική | Logika◼◼◼ |
Λογική πλάνη | |
Λογική πύλη | |
(χρηματική) ποινή για οικολογική καταστροφή | |
(ψυχολογική) πίεση/τάση/ολικό φορτίο/υπερένταση | |
ανθεκτικότητα (βιολογική) | ellenállás◼◼◼ |
ανοσολογική ασθένεια | |
αρχαιολογική θέση | |
αρχαιολογική θέση/αρχαιολογική τοποθεσία | |
αρχαιολογική τοποθεσία | |
βακτηριολογική κλίνη | |
βακτηριολογική ρύπανση | |
βιολογική ανάλυση | |
βιολογική δοκιμασία | |
βιολογική εξέλιξη | |
βιολογική επεξεργασία | |
βιολογική επεξεργασία (των) αποβλήτων | |
βιολογική ισορροπία των υδάτων | |
βιολογική καλλιέργεια | |
βιολογική καταπολέμηση των παρασίτων | |
βιολογική κληρονομιά | |
βιολογική μηχανική | |
βιολογική μόλυνση | |
βιολογική παραγωγή | |
βιολογική παρακολούθηση | |
βιολογική ρύπανση | |
βιολογική φωτοβολία | |
βιολογικό αποτέλεσμα/βιολογική επίπτωση | |
γεωλογική καταστροφή | |
δασικό καταφύγιο βιολογικής αξίας |