Ενεργοποιήστε τη Javascript για να χρησιμοποιήσετε το λεξικό! Πώς να ενεργοποιήσω τη Javascript;
στενοχωριέμαι/στεναχωριέμαι (-εθώ)▼
λυπάμαι▼
στενοχωριέμαι▼
↑