ελληνικά | ουγγρικά |
---|---|
αποζημιώνω | |
αποθήκευση τροφίμων | |
αποθήκη τροφίμων | |
αποικοδόμηση (διάσπαση) των ρύπων | |
αποκατάσταση γαιών (του εδάφους) | |
αποκατάσταση γαιών (του εδάφους) σε ορεινές περιοχές | |
αποκεντρώνω | |
αποκλίνων | |
αποκομιδή απορριμμάτων | |
απόκτηση δεδομένων/άμεση κτήση δεδομένων | |
Απόλλων | Apolló◼◼◼ |
απονίτρωση απαερίων | |
απονίτρωση/διάσπαση νιτρικών | |
αποξενώνω | |
απορρίμματα οικοδομών/μπάζα | |
απόρριψη (κενών) μπαταριών | |
απόρριψη σφαγίων/απόθεση νεκρών ζώων | |
απορρόφηση ρύπων | |
απορροφητικός αγρός/χώρος μετατροπής ακαθαρσιών | |
απορρύθμιση/κατάργηση των ρυθμίσεων | |
απορρυπαντικό πιάτων | mosogatószer◼◼◼ |
(απο)στράγγιση/αποξήρανση/ύδατα αποχετεύσεων | |
αποτελέσματα εξετάσεων | |
αποτέφρωση των αποβλήτων | |
αποτίμηση ρύπων | |
αποτοξίνωση/αποτοξίκωση/εξουδετέρωση τοξικών ουσιών |