ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

vízkezelés σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
vízkezelés

επεξεργασία των υδάτων◼◼◼

biológiai szennyvízkezelés

βιολογικός καθαρισμός (των) λυμάτων

egyedi szennyvízkezelés

χωριστή (διαχωρισμένη) επεξεργασία λυμάτων

helyszíni szennyvízkezelés

επεξεργασία λυμάτων στον χώρο παραγωγής

ivóvízkezelés

επεξεργασία πόσιμων υδάτων

közös szennyvízkezelés

επεξεργασία μικτών λυμάτων

Το ιστορικό σας