ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

tudta σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
tudta

γνώσεις◼◼◼

γνώση◼◼◼

nem tudtam, hogy ennyire szeretsz

δεν ήξερα ότι με αγαπάς τόσο πολύ

Το ιστορικό σας