ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

tudatlan σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
tudatlan

αδαής

ανήξερος

tudatlanság

άγνοια

αμάθεια

αμορφωσιά

írástudatlan

αγράμματος

αναλφάβητος

Το ιστορικό σας