ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

terror σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
terror

τρομάρα

τρομοκρατία

τρόμος

Terror

Τρομοκρατία

terrorista

τρομοκράτης (tromokrátis)

τρομοκρατικός

Terrorizmus

Τρομοκρατία◼◼◼

2001. szeptember 11-i terrortámadás

Επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001

Το ιστορικό σας