ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

természeti erőforrások pusztulása σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
természeti erőforrások pusztulása

υποβάθμιση των φυσικών πόρων

Το ιστορικό σας