ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

termény σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
termény

συγκομιδή◼◼◼

εμπόρευμα◼◼◻

αραβόσιτος◼◻◻

καλαμπόκι◼◻◻

πρόλοβος

σοδειά

feldolgozott mezőgazdasági termény

μεταποιημένη γεωργική παραγωγή

Το ιστορικό σας