ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

terápia σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
terápia

αγωγή◼◼◼

αντιμετώπιση◼◼◻

θεραπεία/αγωγή/αντιμετώπιση

fizikoterápiai szakorvos

φυσιοθεραπευτής

kemoterápia

χημειοθεραπεία◼◼◼

pszichoterápia

ψυχοθεραπεία◼◼◼

Το ιστορικό σας