ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

telhetetlen σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
telhetetlen

αδηφάγος

ακόρεστος

αχόρταγος

telhetetlenség

απληστία

engesztelhetetlen

αδυσώπητος

Το ιστορικό σας