ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

telefonál σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
telefonál

τηλέφωνο◼◼◼

τηλεφωνώ (tilefonó)

telefonálni

τηλεφωνώ

(+ tárgyeset) telefonál vkinek

τηλέφωνο

Το ιστορικό σας