ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

techno σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
tiszta technológia

καθαρή τεχνολογία/αντιρρυπαντική τεχνολογία

új technológia

νέα τεχνολογία◼◼◼

zajmentes technológia

αντιθορυβική τεχνολογία

12

Το ιστορικό σας