ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

technikai σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
technikai

τεχνικός◼◼◼

elektrotechnikai berendezés

ηλεκτροτεχνικός εξοπλισμός◼◼◼

elektrotechnikai ipar

ηλεκτροτεχνική βιομηχανία

Το ιστορικό σας