ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

talp σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
talp

πέλμα◼◼◼

σόλα◼◼◻

γλώσσα

πάτος

φυτό

talpra állás

ανάκτηση

cipőtalp

σόλα◼◼◼

γλώσσα

πέλμα

entalpia

ενθαλπία◼◼◼

Το ιστορικό σας