ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

találkozik σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
találkozik

γνωρίζω

συναντιέμαι

συναντώ

(+ tárgyeset) találkozik vkivel (→ συναντιέμαι + με találkozik vkivel )

συναντώ

Το ιστορικό σας