ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

takarékos σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
takarékos

λιτός

οικονόμος

ολιγαρκής

takarékoskodik

εκτός◼◼◼

αποθηκεύω

αποταμιεύω

οικονομώ

σώζω

gazdaság, takarékosság

οικονομία (η)

Το ιστορικό σας