Ενεργοποιήστε τη Javascript για να χρησιμοποιήσετε το λεξικό! Πώς να ενεργοποιήσω τη Javascript;
τούβλα▼◼◼◼
οπτόπλινθος/τούβλο▼
πλίνθος▼
πλινθοδομώ▼
τούβλο▼
τούβλο (toúvlo)▼
τούβλο (το)▼
παραλληλόγραμμο▼◼◼◼
Ορθογώνιο παραλληλόγραμμο▼◼◼◼
ορθογώνιος▼
ωμόπλινθος▼
↑