ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

tárca σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
tárca

χαρτοφυλάκιο◼◼◼

βαλάντιο

πουγκί

χρηματοφυλάκιο

cigarettatárca

ταμπακιέρα

τσιγαροθήκη

pénztárca

βαλάντιο

χρηματοφυλάκιο

Το ιστορικό σας