ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

szkenner σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
szkenner

σαρωτής◼◼◼

többspektrumú szkenner

συσκευή πολυφασματικής σάρωσης

Το ιστορικό σας