ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

szentlélek σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
Szentlélek

Άγιο Πνεύμα (Ágio Pnévma)

az Atya és a Fiú és a Szentlélek nevében

εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος

Το ιστορικό σας