ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

szektor σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
szektor

τομέας◼◼◼

τμήμα◼◼◻

elsődleges/primer szektor

πρωτογενής τομέας

harmadik/tercier szektor

τριτογενής τομέας

magánszektor

ιδιωτικός τομέας◼◼◼

állami szektor

δημόσιος τομέας◼◼◼

Το ιστορικό σας