ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

szűz σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
szűz

παρθένα◼◼◼

παρθένα (parthéna)◼◼◼

παρθένος

Szűz

Παρθένος

Szűz csillagkép

Παρθένος (αστερισμός)

Szűz Mária

Παναγία

szűzhártya

παρθενικός υμένας

υμένας

Το ιστορικό σας