ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

szárítás σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
szárítás

στέγνωμα◼◼◼

(απο)ξήρανση/στέγνωμα

kiszárítás

καθολική αποξήρανση

Το ιστορικό σας