ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

statisztika σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
statisztika

στατιστικά στοιχεία◼◼◼

βαθμός◼◻◻

στατιστική/στατιστικά στοιχεία

Statisztika

Στατιστική◼◼◼

statisztikai

στατιστικός◼◼◼

statisztikailag

στατιστικά◼◼◼

ipari termelési statisztika

στατιστικά στοιχεία σχετικά με τη βιομηχανική παραγωγή

környezetstatisztika

στατιστικές περιβάλλοντος (για το περιβάλλον)

regionális statisztika

στατιστικές της περιφέρειας

Το ιστορικό σας