ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

spárta σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
Spárta

Σπάρτη (Spárti)◼◼◼

spártai

σπαρτιατικός

Το ιστορικό σας