ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

seprű σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
seprű

βούρτσα

βούρτσα (voúrtsa)

σάρωθρο

seprű és lapát

σκούπα και φαράσι

Το ιστορικό σας