ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

semleges σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
semleges

ουδέτερος◼◼◼

νεκρό◼◼◻

άφυλος

semlegesnem

ουδέτερος

στειρώνω

semlegesnemű

ουδέτερος

semlegesség

ουδετερότητα◼◼◼

semlegesítés

αδρανής συμπίεση (τήξη)

εξουδετέρωση/ουδετεροποίηση

Το ιστορικό σας