ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

seb σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
megsebesít

πληγώνω

τραυματίζω

megsebez

τραυματίζω

megsebez, átv.: szíven talál

πληγώνω

mesebeli

θρυλικός

mik a legfrissebb fejlemények?

ποιες είναι οι τελευταίες εξελίξεις;

milyen típusú autót szeretne- kézi vagy automata sebváltóval?

τι είδος αυτοκινήτου θέλετε – χεροκίνητο ή αυτόματο;

nagysebességű vasút

σιδηρόδρομος (συρμός) υψηλής ταχύτητας

nagysebességű vasúti forgalom

σιδηροτροχιά υψηλής ταχύτητας

nem, én nem vagyok különösebben sportos

όχι, δεν είμαι ιδιαίτερα αθλητικός

papírzsebkenő

χαρτομάντιλα

processzor sebesség

processor speed

tudja, milyen sebességgel halad?

γνωρίζετε με τι ταχύτητα πηγαίνατε;

tudna néhány kisebb bankjegyet adni?

μπορείτε να μου δώσετε χαρτονομίσματα μικρότερης αξίας ;

van ilyen kisebb méretben?

έχετε τίποτα σε μικρότερο μέγεθος;

vmi alatt/alá, kevesebb mint

κάτω από

zseb

τσέπη◼◼◼

τσέπη (tsépi)◼◼◼

τσέπη (η)◼◼◼

σάκος◼◻◻

βαλάντιο

βαλάντιο (valádio, valándio)

ενθυλακώνω

θυλάκιο (thilácio)

τσεπώνω

zsebkendő

χαρτομάντιλο◼◼◼

μαντήλι

μαντίλι

zsebkés

σουγιάς

zseblámpa

πυρσός

φακός

zsebpénz

χαρτζιλίκι◼◼◼

zsebtolvaj

πορτοφολάς

123

Το ιστορικό σας