ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

robot σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
robot

ρομπότ◼◼◼

ρομπότ (rompót)◼◼◼

Robot

Ρομπότ◼◼◼

robotika

ρομποτική◼◼◼

Το ιστορικό σας