ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

ring σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
szív- vér- és keringési betegség

καρδι(ο)αγγειακό νόσημα

tengeri monitoring

παρακολούθηση των θαλασσών

Turing-gép

Μηχανή Τούρινγκ

ringia

Θουριγγία◼◼◼

vérkeringés

κυκλοφορία◼◼◼

12

Το ιστορικό σας