ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

rendkívüli σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
rendkívüli

έκτακτος◼◼◼

εξαιρετικός◼◼◻

προσφορά◼◼◻

έκτακτη ανάγκη◼◼◻

ασυνήθιστος

εκπληκτικός

εντεταμένος

Το ιστορικό σας