ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

részlegesen σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
részlegesen

εν μέρει◼◼◼

μερικώς◼◼◼

részlegesen halogénezett klórozott fluorozott szénhidrogén

μερικώς αλογονωμένος χλωροφθοράνθρακας

Το ιστορικό σας