ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

pikkely σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
pikkely

φολίδα◼◼◼

μέγεθος◼◼◻

κλίμακα

λέπι

pikkelyesszárnyú

λεπιδόπτερα

Pikkelysömör

Ψωρίαση

Το ιστορικό σας