ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

pici σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
pici

υποκοριστικό

υποκοριστικός

ampicillin

αμπικιλλίνη◼◼◼

Το ιστορικό σας