ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

püré σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
püré

πουρές

krumplipüré

πουρές

virsli krumplipürével

λουκάνικα και πουρές

Το ιστορικό σας