ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

pásztor σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
pásztor

αβάς

βοσκός (voskós)

γιδοβοσκός

πάστορας

ποιμένας

τσοπάνης

pásztorgém

γελαδάρης◼◼◼

Το ιστορικό σας