ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

párol σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
párol

ατμός

σιγοβράζω

párolgás

εξάτμιση◼◼◼

párolog

ατμός

εξατμίζω

elpárolgás

εξάτμιση◼◼◼

lepárol

αποστάζω

Το ιστορικό σας