ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

pálma σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
pálma

παλάμη

φοίνικας

pálmafa

φοίνικας

pálmaolaj

φοινικέλαιο◼◼◼

datolyapálma

χουρμαδιά

kókuszpálma

κοκοφοίνικας

Το ιστορικό σας