ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

oszlop σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
oszlop

στήλη◼◼◼

θέση◼◻◻

κολώνα◼◻◻

ορθοστάτης◼◻◻

κολόνα◼◻◻

στύλος◼◻◻

πυλώνας

κίονας

κίωνας

στυλοβάτης

oszlop

κιονόκρανο

gerincoszlop

σπονδυλική στήλη◼◼◼

Το ιστορικό σας