ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

nyomor σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
nyomor

μιζέρια

nyomornegyed

παραγκούπολη◼◼◼

nyomorult

άθλιος

nyomorék

σακάτης

Το ιστορικό σας