ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

norma σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
norma

σημαία◼◼◼

κριτήριο◼◼◼

τύπος◼◻◻

υπόδειγμα◼◻◻

κανόνας/μέτρο/τύπος/πρότυπο

normalizálás

κανονικοποίηση◼◼◼

szennyezési norma

κανόνας ρύπανσης

Το ιστορικό σας