ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

nemzetközi egyezmény σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
nemzetközi egyezmény

διεθνής σύμβαση (διάσκεψη)/διεθνές συνέδριο◼◼◼

Το ιστορικό σας