ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

nano- σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
nano-

νανο-

nanométer

νανόμετρο◼◼◼

nanotechnológia

νανοτεχνολογία◼◼◼

Nanotechnológia

Νανοτεχνολογία◼◼◼

Το ιστορικό σας