ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

néha σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
néha

ενίοτε◼◼◼

μερικές φορές (merikés forés)◼◼◼

άλλοτε◼◻◻

καμιά φορά◼◻◻

ενίοτε (eníote)

καμιά φορά (kamiá forá)

πότε πότε

néhai

πρώην◼◼◼

Το ιστορικό σας