ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

mohamed σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
Mohamed

Μωάμεθ

Μωάμεθ (Moámeth)

Mohamed próféta

Μωάμεθ

Μωάμεθ (Moámeth)

Το ιστορικό σας