ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

mielőbb σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
mielőbb

το συντομότερο δυνατόν◼◼◼

mielőbbi jobbulást!

περαστικά

várom a mielőbbi válaszát.

ανυπομονώ να ακούσω από εσάς.

Το ιστορικό σας