ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

menetel σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
menetel

εμβατήριο

menetelés

εμβατήριο

bemenetel

είσοδος◼◼◼

kimenetel

έκβαση◼◼◼

αποτέλεσμα◼◼◼

θέμα◼◻◻

επίτευξη◼◻◻

επιτυχία

Το ιστορικό σας