ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

megkóstol σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
megkóstol

γεύομαι

γεύση

γούστο

δοκιμάζω

kipróbál, felpróbál, megkóstol

δοκιμάζω

Το ιστορικό σας